Aπό τι προκαλείται και πώς μεταδίδεται?
Η φαρυγγοαμυγδαλίτιδα μεταδίδεται κυρίως με την επαφή των χεριών με τις μολυσμένες ρινικές εκκρίσεις και λιγότερο με την στοματική επαφή.
Είναι κατά κύριο λόγο ιογενούς αιτιολογίας (ρινοιοί, αδενοιοί, κυτταρομεγαλοιός, EBV, coxsackie κ.ά.) και σπανιότερα βακτηριακής αιτιολογίας (στρεπτόκοκκος, κορυνοβακτηρίδιο, μυκόπλασμα, χλαμύδια, αναερόβια κ.ά.)
Η φαρυγγοαμυγδαλίτιδα μεταδίδεται κυρίως με την επαφή των χεριών με τις μολυσμένες ρινικές εκκρίσεις και λιγότερο με την στοματική επαφή.
Είναι κατά κύριο λόγο ιογενούς αιτιολογίας (ρινοιοί, αδενοιοί, κυτταρομεγαλοιός, EBV, coxsackie κ.ά.) και σπανιότερα βακτηριακής αιτιολογίας (στρεπτόκοκκος, κορυνοβακτηρίδιο, μυκόπλασμα, χλαμύδια, αναερόβια κ.ά.)
Ποια είναι τα συμπτώματα?
Τα συμπτώματα της ιογενούς φαρυγγοαμυγδαλίτιδας συνήθως εμφανίζουν σταδιακή έναρξη και περιλαμβάνουν εκτός του φαρυγγοαμυγδαλικού άλγους, ρινική καταρροή, βήχα και πυρετό. Αντιθέτως στη λοίμωξη βακτηριακής αιτιολογίας, που κατά κύριο λόγο προκαλείται από τον β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α, η συμπτωματολογία έχει οξεία έναρξη με εξίδρωμα στις αμυγδαλές, ευαίσθητους, διογκωμένους λεμφαδένες, απουσία βήχα και ρινίτιδας και πυρετό.
Τα συμπτώματα της ιογενούς φαρυγγοαμυγδαλίτιδας συνήθως εμφανίζουν σταδιακή έναρξη και περιλαμβάνουν εκτός του φαρυγγοαμυγδαλικού άλγους, ρινική καταρροή, βήχα και πυρετό. Αντιθέτως στη λοίμωξη βακτηριακής αιτιολογίας, που κατά κύριο λόγο προκαλείται από τον β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α, η συμπτωματολογία έχει οξεία έναρξη με εξίδρωμα στις αμυγδαλές, ευαίσθητους, διογκωμένους λεμφαδένες, απουσία βήχα και ρινίτιδας και πυρετό.
Πώς γίνεται η διάγνωση και ποια είναι η αντιμετώπιση?
Η διαφοροδιάγνωση μεταξύ ιογενούς και στρεπτοκοκκικής αμυγδαλίτιδας είναι δύσκολο και επικίνδυνο να γίνει μόνο με βάση την κλινική εικόνα. Ένας γρήγορος, οικονομικός και αξιόπιστος τρόπος είναι η ταχεία ανίχνευση αντιγόνου του πυογόνου στρεπτόκοκκου, το γνωστό σε όλους μας strep-test, το οποίο γίνεται εύκολα και εντελώς ανώδυνα στο ιατρείο. Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος χορηγείται αντιβιοτική αγωγή ενώ σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος και χωρίς έντονη κλινική υποψία για άλλου είδους βακτηριακή μόλυνση, στον ασθενή χορηγούνται μόνο αναλγητικά και αντιπυρετικά. Έτσι μειώνεται σημαντικά η υπερσυνταγογράφηση αντιβιοτικών και ο ασθενής δεν επιβαρύνει άσκοπα τον οργανισμό του με μια αναίτια αντιμικροβιακή θεραπεία.
Η διαφοροδιάγνωση μεταξύ ιογενούς και στρεπτοκοκκικής αμυγδαλίτιδας είναι δύσκολο και επικίνδυνο να γίνει μόνο με βάση την κλινική εικόνα. Ένας γρήγορος, οικονομικός και αξιόπιστος τρόπος είναι η ταχεία ανίχνευση αντιγόνου του πυογόνου στρεπτόκοκκου, το γνωστό σε όλους μας strep-test, το οποίο γίνεται εύκολα και εντελώς ανώδυνα στο ιατρείο. Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος χορηγείται αντιβιοτική αγωγή ενώ σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος και χωρίς έντονη κλινική υποψία για άλλου είδους βακτηριακή μόλυνση, στον ασθενή χορηγούνται μόνο αναλγητικά και αντιπυρετικά. Έτσι μειώνεται σημαντικά η υπερσυνταγογράφηση αντιβιοτικών και ο ασθενής δεν επιβαρύνει άσκοπα τον οργανισμό του με μια αναίτια αντιμικροβιακή θεραπεία.